6.5.14

Κατακλείδα (;)


Τρία χρόνια. Ακριβώς. Τρία χρόνια από την τελευταία φορά που έγραψα κάτι εδώ. Τρία χρόνια που πέρασαν εν ριπή οφθαλμού. 1.000+ ημέρες  που φάνηκαν σαν βιαστικές ώρες.

Στα τρία χρόνια ξεθάβουν τον νεκρό. Για να δουν αν τον έφαγαν επιτυχώς τα ίδια του τα σκουλήκια. Αυτή είναι η επιβράβευση που επιφυλάσσει η ιουδαϊκή αίρεση για τους πιστούς της. 
  
Το συγκεκριμένο ιστολόγιο αποτέλεσε για την αφεντιά μου μεγάλο αποκούμπι. Συνέβαλλε τα μέγιστα στην έντονη συναισθηματική αποφόρτιση εκείνης της εποχής. Άλλοι καταφεύγουν σε ειδικούς και «ειδικούς», άλλοι σε πνευματικούς, και άλλοι την ψάχνουν διαφορετικά. Εναλλακτικά. Εγώ ανήκω στην τελευταία κατηγορία. Θα μπορούσα να εμπιστευτώ τα πάντα σε έναν ξένο, σε γνωστό μου όμως με τίποτα. Θα το εκλάμβανα αυτό ως αδυναμία, και είμαι Ον που συστηματικά αποφεύγει να δείχνει τα τρωτά του σημεία. Ή τα ανθρώπινα στοιχεία του αν προτιμάτε.

Η αλήθεια είναι ότι εξ αρχής δεν πίστεψα πως θα είχε αποτέλεσμα το εγχείρημα. Είχα τις ενστάσεις και επιφυλάξεις μου. Στην πορεία όμως φάνηκε πως πράγματι λειτουργούσε. Μοιραζόμενος σκέψεις, φόβους, ελπίδες και εμπειρίες με τελείως αγνώστους, ξαλάφρωνα με γεωμετρική ταχύτητα το βάρος που κουβαλούσα τότε στους ώμους. Και δούλεψε προς ἔκπληξίν μου. Μεγάλη αναγνώριση και σε όσους τόλμησαν και μπήκαν σε γαϊτανάκι επικοινωνίας με την πάρτη μου. Ευχαριστώ.

Μερικά χρόνια αργότερα όλα τριγύρω έχουν αλλάξει κι όλα τα ίδια έχουν μείνει. Κάνει κύκλους η πουτάνα η ζωή. Από το ζενίθ στο ναδίρ και τούμπαλιν. Πλέον όμως ο αντίκτυπος ωχριά. Ο κυματοθραύστης είναι στη θέση του πανέτοιμος και για το πλέον φονικό τσουνάμι (τσου-κύμα, νάμι –λιμάνι).




Κλείνω την έσχατη δημοσίευση με αγαπημένη παράθεση:

    "Παντού την είδα.
Να κρατάει ένα ποτήρι και να κοιτάζει στο κενό.
Ν’ ακούει δίσκους ξαπλωμένη χάμου.
Καπνίζει αμέτρητα τσιγάρα.
Είναι χλωμή κι ωραία.
Μα αν της μιλάς ούτε που ακούει καθόλου.
Σαν να γίνεται κάτι αλλού - που μόνο αυτή τ’ ακούει, και τρομάζει.
Κρατάει το χέρι σου σφιχτά, δακρύζει, αλλά δεν είναι εκεί.
Δεν την έπιασα ποτέ και δεν της πήρα τίποτα..."





Οὖλε τε καὶ μάλα χαῖρε, θεοὶ δέ τοι ὄλβια δοῖεν.